Η παράσταση «ΟΛΟΓΥΡΑ ΟΛΟΤΕΛΑ ΟΛΟΙΔΙΟΙ» , στην οποία λαμβάνετε μέρος ως σκηνοθέτης και ως ηθοποιός, δίνει τη δική της σφραγίδα πάνω στο θέμα του ρατσισμού, ένα θέμα πιο επίκαιρο από ποτέ στη χώρα μας! Ποια είναι η αίσθησή σας για τη τωρινή κατάσταση στη χώρα μας?
Είναι αίσθηση, ε; Αν ήταν τουλάχιστον παραίσθηση δεν θα ζούσαμε την αποκτήνωση που επιβάλλουν οι «ανάγκες» της ελίτ για βίαιη ανακατανομή του πλούτου. Και την ανημποριά μας και τη λιγοψυχιά μας ν’ αντιδράσουμε. Όσο για το ρατσισμό και τη βία δεν θεωρώ ότι είναι τωρινά φαινόμενα στην ελληνική κοινωνία. Υπήρχε, με τη βοήθεια της ελληνοχριστιανικής ιστορικής παρόλας, ανέκαθεν ένα βαθιά ημιμαθές κομμάτι του λαού που αρέσκεται να του χαϊδεύουν τ’ αυτιά με τα «φώτα του πολιτισμού» και την αγάπη του «Θεού της Ελλάδας»… Απλά όταν πιάνεις πάτο, όπως τώρα, ανακατεύεται ο βυθός, τα κατακάθια βγαίνουν στην επιφάνεια και μπαίνουν και στη Βουλή!
Εκπληρώνεται ένας ρόλος του θεάτρου, αυτός της διαπαιδαγώγησης των θεατών μέσω της παράστασης αυτής?
Αλίμονο ναι! Και μάλιστα των θεατών όλων των ηλικιών. Άλλωστε νομίζω πως τελικά όσο μεγαλώνουμε, τόσο χαζεύουμε και χρειαζόμαστε βοήθεια!
Πόσο εύκολο είναι να «παιδεύσεις» τους μικρούς θεατές, επικοινωνώντας «σοβαρά» θέματα σε αυτά? Είναι δεκτικοί θεατές- μαθητές?
Εύκολο δεν είναι, εύκολο γίνεται όταν το κάνεις με αγάπη και εμπιστοσύνη στους μικρότερους από εσένα. Όταν γίνεσαι φίλος και όχι συμβουλάτορας, συμπαίκτης και όχι αρχηγός.
Πέραν της ενασχόλησης με το θέατρο για παιδιά, τι άλλο ετοιμάζετε επαγγελματικά?
Απολαμβάνω την ευτυχία να είμαι στην παράσταση «Θέατρο & Εξουσία», ενός εκ των τελευταίων σημαντικών, του Νίκου Κούνδουρου. Στο θέατρο Βαφείο. Και ολοκληρώνω με τη συνεργάτιδά μου Κατερίνα Τσατσαράγκου μια μαύρη κωμωδία, με την ελπίδα να τη δούμε εντός του 2017.
Έχοντας ασχοληθεί τόσο με τη τηλεόραση και το κινηματογράφο με πλούσιες συμμετοχές όσο και με το θέατρο για παιδιά και ενηλίκων. Ποια είναι η μεγάλη σας αγάπη και γιατί?
Πάντα ήταν, είναι και θα είναι ο κινηματογράφος. Αυτός με έκανε ηθοποιό, κι αυτός με κρατάει στα δύσκολα χρόνια που διανύουμε. Λατρεύω τα πάντα στο σετ. Το στήσιμο της σκηνής, της κάμερας, του συνεργείου, όλα! Βέβαια το θέατρο είναι η γυμνή μας αποκάλυψη. Που ό,τι είσαι δεν μοντάρεται και δεν φτιασιδώνεται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Το αγαπώ κι αυτό μωρέ!!!
Ποιο υπήρξε για εσάς το μεγαλύτερο «σχολείο μαθητείας» που σας διαμόρφωσε ως δημιουργό και άνθρωπο γενικότερα?
Δύσκολο να κεντράρω κάπου. Όποτε προσπάθησα να συνειδητοποιήσω τις επιρροές μου, απέτυχα παταγωδώς. Χάνομαι κάπου ανάμεσα στις ιλουστρασιόν σελίδες του Καρλ Μπαρκς και του Ντον Ρόσα, στη hi-tech φαντασία του Ιούλιου Βερν, στην πραότητα του Βασίλη Λογοθετίδη και στο ντελίριο του Θανάση Βέγγου, στις θάλασσες του Νίκου Καββαδία, στις καπαρντίνες που τυλίγουν οι πρωταγωνιστές τις γόησσες στα φιλμ νουάρ, στην τραχιά ανδροπρέπεια του Νονού και στην ατέρμονη παιδικότητα του Φόρεστ Γκαμπ, σε κάτι περίεργες ρεμπέτικες, rock και garage μίξεις…
Είναι από τις παραστάσεις που θέλουμε να δούμε γιατί έχουμε ακούσει αρκετά καλά λόγια.
Εμείς που την είδαμε δεν ενθουσιαστήκαμε ιδιαίτερα.