in ,

Ειδαμε τον ΘΕΙΟ ΒΑΝΙΑ στο Θέατρο Άνεσις

γράφει η Δήμητρα Τσιαούση

Ένα  από τα παγκόσμια αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματολογίας παρουσιάζεται στο Θέατρο Άνεσις με μια πλειάδα καταξιωμένων ηθοποιών, την σύγχρονη σκηνοθετική ματιά και τη διασκευή κειμένων του Δημοσθένη Παπαδόπουλου όπου έχει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ο Τσέχωφ έγραψε το έργο περί το 1896 την εποχή που προετοιμάζεται η έναρξη της Οκτωβριανής Επανάστασης και η ανατροπή του καπιταλισμού στη Ρωσία, ενώ νέες ιδέες γεννώνται στη σκέψη των ανθρώπων. Το ίδιο το έργο αποτελεί την εναγώνια κραυγή του συγγραφέα για το υπαρξιακό αδιέξοδο που βιώνει ο άνθρωπος της εποχής του.

Κεντρικό πρόσωπο είναι ο Ιβάν Πετρόβιτς ή αλλιώς Βάνιας, γύρω στα 47, όπου ζει σε ένα χωριό στην επαρχία μαζί με την ανιψιά του, Σόνια, και την μητέρα του, Μαρία. Και οι τρεις τραγικές φιγούρες  κουβαλούν απωθημένα μιας χαραμισμένης παρελθούσης ζωής και της διαρκούς βιοπάλης για επιβίωση, μα αποτελούν το τέλειο παράδειγμα ολοκληρωτικής υποταγής στον «κύριό» τους. Επί 25 χρόνια διαχειρίζονται το οικογενειακό κτήμα, το μόνο τους οικονομικό αποκούμπι, του οποίου τα κέρδη συντηρούν ταυτόχρονα και τον Σερεμπριάκωφ, καθηγητή στο επάγγελμα και σύζυγο της αποθανούσης αδερφής του Βάνια.

Η ιστορία έχει ως ορόσημο της συγκατοίκηση του αποκρουστικού για τον Βάνια καθηγητή με τη νεότατη σύζυγό του, την Ελένα την οποία ενσαρκώνει η Θάλεια Ματίκα. Η ηρωίδα, ιδιαίτερα θελκτική στην όψη, παρασέρνει τα θύματά της, γένους αρσενικού, σε κρυφά όνειρα και επιθυμίες ,ενώ παράλληλα αποτελεί την μοναδική ελπίδα για την πολυπόθητη ευτυχία. Η άφιξη των επισκεπτών ανατρέπει τη ζωή όλων και γίνεται μοχλός σκέψης και συνειδητοποίησης για τον Βάνια.

Ο Βάνιας έχει φτάσει στο απόλυτο υπαρξιακό τέλμα, παραδομένος στο ποτό και την εξάρτηση, εκπροσωπώντας μια κοινωνία υπό παρακμή. Αδιαφορεί για τον αντίκτυπο στους γύρω του, και, σε πλήρη δυστυχία και απελπισία, προσφεύγει στην Ελένα στην οποία αποκαλύπτει τον κρυφό του πόθο. Φαίνεται πως ο έρωτας είναι το ιδανικό παυσίπονο χάπι για τη δυστυχία και τη πλήξη.

Ο Βάνιας μέσα από εκλάμψεις συνειδητότητας σχετικά με τη θέση και τον πρότερο ρόλο του, ξεκινά το δικό του λυτρωτικό μοναχικό «χορό» χωρίς αντίκρισμα. επιδεικνύει, αν και καθυστερημένα, σημάδια αγωνιστικότητας και πάλης με τον «αφέντη» του, μα συναντά την αντίσταση, εσωτερική και κοινωνική. Κάπου εκεί είναι που αναφωνεί μεγαλοφώνως ότι «το ψέμα και η υποκρισία κρύβονται πίσω από τη μάσκα του σοφού και την γνώσης» ή περί «δήθεν ηθικής»…

Αντίθετα από το Βάνια, που έχει συνείδηση του μάταιου αγώνα, η Σόνια την οποία υποδύεται η Σοφία Πανάγου συμβολίζει τον άνθρωπο που είτε λόγω αμάθειας είτε λόγω συνήθειας υποκύπτει στον αφέντη που της έχει οριστεί έξωθεν, απόλυτα υπάκουη και πειθήνια, συναινεί με καλή καρδιά και προθυμία στις εντολές των τρίτων και προτιμά την αβεβαιότητα από την αλήθεια, ίσως γιατί η αβεβαιότητα τροφοδοτεί την πίστη και την ελπίδα για ζωή.

Η όμορφη Ελένα εκτός από την προσπάθεια να σαγηνέψει τους άντρες, εκφράζει την απεγνωσμένη νέα που θέλει να αγαπηθεί από νέο, να ζήσει μια ζωή διαφορετική από αυτή που του χαρίζει η ανιαρή παρουσία του ιδιότροπου γέρου καθηγητή. Υποταγμένη ,κατά μια έννοια, και αυτή στον σύζυγό της ακολουθεί τον δρόμο της υπακοής. Το μόνο της ενδιαφέρον είναι τα ερωτικά «παιχνιδάκια» και η συζήτηση γύρω από σοβαρά περιβαλλοντικά θέματα, όπως την αναζωπύρωνε ο γιατρός Μιχαήλ Αστρωφ ή αλλιώς Βασίλη Μπισμπίκη.

Ο τελευταίος, εξαρτημένος και παραδομένος στην μοίρα του, βρίσκει την χαμένη ενέργεια και τη σπίθα στη ζωή μονάχα όταν μιλά για την αγάπη του για τη φύση ή εκδηλώνει τα ερωτικά του αισθήματα απέναντι στην Ελένα.

Η παράσταση ισορροπεί μεταξύ δράματος και κωμωδίας με τη ζυγαριά να γέρνει άλλοτε στο δράμα ανάμεσα στις σκηνές και άλλοτε στη κωμωδία στα χορικά μέρη κυρίως.

Η φράση «ο χρόνος ανήκει στο Θεό» γίνεται η εναρκτήρια φιλοσοφημένη σκέψη της παράστασης και ακούγεται από τα χείλη της προστατευτικής γιαγιάς παραμάνας που υποδύεται εξαιρετικά ο ηθοποιός Μάνος Καζαμίας. Η γιαγιά, επίσης, σημάδι υποταγής στο έργο.

Χαρακτηριστική αντίθεση στην παράσταση είναι η συλλογικός «γελοίος» χορός των ηρώων στον προαύλιο χώρο του σπιτιού, που κλήθηκαν μετά από παρότρυνση του καθηγητή, και ο μοναχικός χορός απόγνωσης και εσωτερικού αναβρασμού του Βάνια μετά τα νέα δεδομένα, ιδωμένα με μοντέρνα σκοπιά, όπως τα οραματίστηκε ο σκηνοθέτης.

Η σύγχρονη ματιά του σκηνοθέτη είναι έκδηλη στα χορικά μέρη, όπου οι ήρωες μονολογούν ή αλλιώς παραμιλούν δηλώνοντας την ταυτότητά τους.

Το «Δεν έζησα!» του Θείου Βάνια βρίσκεται απέναντι στο «Πιστεύω» της Σόνιας και τα δυο μαζί φανερώνουν την τραγικότητα των ηρώων που «κλείνει» την αυλαία της παράστασης.

Μια παράσταση που στο σύνολό της αξίζει να παρακολουθήσετε.

Πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ.

Από Δήμητρα Τσιαούση

Είμαι η Δήμητρα, δημοσιογράφος και μητέρα τριών παιδιών. Η μεγάλη αγάπη για το θέατρο, τις παρασταστικές τέχνες και τις ποιοτικές αποδράσεις για μεγάλους και μικρούς με έφερε στο ΕΛΑΜΑΖΙ. Μαζί θα «ζουμάρουμε» τα καλύτερα δρώμενα στην Αττική με τις καλύτερες προτάσεις διασκέδασης, ψυχαγωγίας και διδαχής!

2 Comments

Leave a Reply

Αφήστε μια απάντηση

Το “χρυσό” Αρισμαρι

Το δάσος των Γκριμμ